Ηλία Ιω. Χατζηϊωαννίδη
Λαϊκή ιατρική
Εξ αιτίας του νοσηρού του κλίματοςτου Όφη οι κάτοικοι έπασχαν από την επάρατη και ακαταπολέμητη τα χρόνια εκείνα αρρώστια της ελονοσίας. Ιατροί επιστήμονες και φάρμακα δεν υπήρχαν. Μόνο πρακτικοί γιατροί υπήρχαν, αλλά κι αυτοί πολλές φορές γίνονταν πρόξενοι θανάτων.
Άλλη φοβερή αρρώστια τα χρόνιαεκείνα ήταν η χολέρα (ποντιακά γουρζουλάς),που ενέκυπτε κατά καιρούς και έκανε μεγάλη θραύση. Η διάδοση της ασθένειας αυτής ήταν εύκολη, αφού δεν υπήρχαν τα απαραίτητα προληπτικά και κατασταλτικά μέσα. Μοναδικό μέσο καταπολέμησης οι απλοί και αγράμματοι άνθρωποι του καιρού εκείνου είχαν την απομόνωση. Άφηναν τον άρρωστο στη φροντίδα κάποιας γριάς και κατέφευγαν στα δάση, όπου και παρέμεναν, ώσπου να πάψει η επιδημία.
Σε μια τέτοια επιδημία στον Όφη,σύμφωνα με κάποια παράδοση, οι κάτοικοι του χωριού Κρηνίτα εγκατέλειψαν το χωριό και με τα ζώα και τις αποσκευές τους κατασκήνωσαν στη δασώδη τοποθεσία Καλαπού, απέναντι στο τούρκικο χωριό Κομαρίτα, όπου και παρέμειναν, ώσπου να πάψει η επιδημία. Εκεί, κατά την παράδοση, τοποθέτησαν στη ρίζα μιας κουφάλας ενός δέντρου τις εικόνες των αγίων. Από αυτό η θέση εκείνη ονομάστηκε Εικονοστάτ’. Εδώ άναβαν τακτικά κεριά και τα υπολείμματά τους, που τα ‘λεγαν τζεροκόλιαή τζεροκόμια, τα μάζευαν και τα τοποθετούσαν στη ρίζα εκείνου του δέντρου. Από την παραφθορά τζεροκόμια ονομάστηκε, κατά την παράδοση πάντα, η τοποθεσία Τζεροκόμια.
Τόσο ήταν μεγάλος ο φόβος και ο τρόμος από την επιδημία της χολέρας, ώστε όταν οι μανάδες καταριόντουσαν τα άταχτα κι ανυπάκουα παιδιά, έλεγαν: «Ο γουρζουλάς να τρώει σε΄.»(ή «να παίρεισε΄.»). Όταν τα παιδιά κλαίγανε συνεχώς ή αντιμιλούσαν, έλεγαν: «Ο γουρζουλάς να μπαίν’σό στόμα σ’΄.»
Παράγωγα της λέξης «γουρζουλάς»:γουρζουλόσπαχτο, γουρζούλια να τρως, γουρζούλια να ίντανε κ.ά. Από εδώ, όταν τα παιδιά κλαίγανε ζητώντας να φάνε κάτι, οι μανάδες έλεγαν: «Να, φά’γουρζούλια΄.»(Σημ. του επιμελητή: Η λέξη «γουρζούλια» είχε και μεταφορική σημασία. Όταν έτρωγαν τα παιδιά κάτι και δεν περίσσευε να φάει και η μάνα και τα παιδιά προσφέρονταν να της δώσουν από το φαγί τους, να φάει κι εκείνη, ημάνα έλεγε: «Φά’, ογλούμ, ’κειράζ’, εγώ γουρζούλιαας τρώγω ΄.».
Στα παλιά χρόνια, όπως έχουμε πει παραπάνω, οι επιστήμονες γιατροί ήσαν άγνωστοι. Όταν αρρώσταινε κάποιος, η πρώτη φροντίδα των σπιτικών του ήταν να καλέσουν τον παπά να τον «διαβάσει» και να κάνει αγιασμό. Αν ο άρρωστος δεν γινόταν καλά, εφάρμοζαν, ανάλογα με τα συμπτώματα που παρουσίαζε, τη σχετική «θεραπευτική αγωγή» της λαϊκής ιατρικής με πρακτικά θεραπευτικά μέσα και τρόπους.
Παθολογικά. Η ελονοσία (ποντιακά ο ψύχοκαι χαβά) ήταν η πιο διαδεδομένη και η πιο σοβαρή και επικίνδυνη αρρώστια. Άμα την παραμελούσαν, οδηγούσε στη φυματίωση (ποντιακά βερέμ). Για την καταπολέμηση της ελονοσίας έκαναν τα εξής: ανακάτευαν ξύδι, άσπρα σταφύλια στουμπισμένα και νισαντήρι, φτιάχνανε, δηλαδή, ένας είδος κατάπλασμα (λαπά) και το βάζανε στο κεφάλι, στα χέρια, στον αφαλό, στα πόδια και στην πατούσα του αρρώστου, ώσπου να ιδρώσει καλά ο άρρωστος. Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο άνοιγαν λάκκο, έκαναν λάσπη και έβαζαν μέσα τον άρρωστο γυμνό επί μια, δυο ώρεςμε το κεφάλι σκεπασμένο με βρεγμένη πετσέτα.
Τα τελευταία χρόνια, με τη διάδοση του κινίνου, ανακάτευαν κινίνο με κονιάκ και έπαιρναν κάθε πρωί τελείως νηστικοί, αγνέστικα, ένα ποτήρι του ούζου ή μια κουταλιά της σούπας. Επειδή όμως με τα ανεπαρκή αυτά μέσα δεν ήταν δυνατόν να καταπολεμηθεί ριζικά η νόσος και μη έχοντας άλλους τρόπους να την καταπολεμήσουν, πήγαιναν τον άρρωστο στις γιορτές των αγίων, κάνανε ξόρκια και κοντά σ’ αυτά τον υπέβαλαν και σε δίαιτα,δίνοντάς του σούπες, κοτόπουλο, γιαούρτι, γάλα, αυγά. Απέφευγαν αυστηρά τα άγουρα φρούτα. Έλεγαν, μάλιστα, χαρακτηριστικά: «Μη τρως άφταστα μεϊβέδιας, θαψυχούσαι΄.»
Κρυολογήματα. Για τη θεραπεία των κρυολογημάτων παρασκεύαζαν μίγμα από σκόρδο, γιαούρτι, ξύδι και αλάτι και το βάζανε με πανιά στο μέτωπο, στον οφαλό και στις πατούσες του αρρώστου, ώσπου να ιδρώσει καλά. Άλλες φορές πασάλειβαν με το μίγμα αυτό τα εσώρουχα του αρρώστου και τον έβαζαν να κοιμηθεί ως το πρωί με την προσπάθεια να ιδρώσει. Αν, μ’ όλα αυτά, δεν περνούσε το κρυολόγημα, έλεγαν: «Ετσάλεψεν άτονα η χαβά»(τον χτύπησε ο καιρός).
Σπλήνα (ποντιακά ταλάκ). Την αρρώστια αυτή, που ήταν αποτέλεσμα της ελονοσίας, τη θεράπευαν με μέλι πηχτό ή με ρετσίνι έλατου. Άλειβαν με την παλάμη, σαν σε μασάζ, το μέρος της σπλήνας. Τη δουλειά αυτή την έκανε «ειδικός». Με το κόλλημα και αποκόλλημα της παλάμης πάνω στο μέλι, πιέζονταν η σπλήνα και σιγά-σιγά άρχιζε να λιώνει και να φεύγει με τα ούρα σε θολό χρώμα. Η δουλειά αυτή γινόταν κάθε μέρα νηστικάτα επί δεκαπέντε μέρες συνέχεια.
Άλλος τρόπος θεραπείας της σπλήνας ήταν η μέθοδος με το γνωστό σ’ όλο τον Πόντο ζγοϋρ.(Ηλέξη «ζγοϋρ» προέρχεται, προφανώς,από παραφθορά της ένωσης των ελληνικών λέξεων ζυγός-γυρίζω. Το ζγοϋρ ήταν γερό κλωνί δέντρου μήκους 3-4 μέτρωνκαι διαμέτρου 15-20 εκατοστών. Το τρυπούσαν στη μέση, για να κρατάει ισορροπία, και το εφάρμοζαν πάνω σε καλοπελεκημένο από την απάνω άκρη καιστερεωμένο γερά μέσα στο χώμα πάσσαλο. Από τη μια και από την άλλη άκρη τουζγοϋριού καβαλούσαν με την κοιλιά δύο(πολλές φορές και τέσσερις), που με ρυθμικά πατήματα στη γη του ενός και αναπηδήματα του άλλου έδιναν ώθηση σ’αυτό, ακολουθώντας, φυσικά, και οι δυο την αυτή φορά. Έτσι γύριζε συνεχώς τοζγοϋρ και διασκέδαζε τους «καβαλάρηδές» του. Εκτός από τη διασκέδαση, το ζγοϋρήταν άσκηση λαμπρή του σώματος και ιδιαίτερα των ποδιών. Στην περίπτωση της θεραπείας της σπλήνας με τη μέθοδο του ζγοϋρ, φαίνεται ότι με την πίεση που ασκούσε το σώμα πάνω στη σπλήνα, «έλιωνε» αυτή σιγά σιγά και έφευγε με τα ούρα.
Χρυσή(ίκτερος και ποντιακά σαριλούκ). Χάραζαν με ξυράφι τη βάση της μύτης,εκεί που σμίγει με τα φρύδια, και έβγαζαν αίμα.
Τύφος(χαμνία).Έπαιρναν πρώτα αίμα από τον άρρωστο και κατόπιν τον περιποιούνταν μεκαθαριότητα και τον υπέβαλαν σε δίαιτα: τσάι, γάλα και ρυζόσουπα.
Ευλογιά(ποντ. βράσια). Προληπτικά κατέφευγαν στο δαμαλισμό, κοτσακιάσιμο. Τον δαμαλισμό τις περισσότερες φορές τον έκαναν οι χοτζάδες δωρεάν.
Ανεμοβλογιά(ποντ. νεροβράσια). Την παιδική αυτή αρρώστια προσπαθούσαν να θεραπεύσουν με απόλυτη, κυρίως, καθαριότητα, συσκότιση του δωματίου, όπου έμενε ο άρρωστος και αποφυγή χρήσης νερού για πόση.
Ιλαρά (ποντ. λοιμική).
Κοκίτης (ποντ. κοκίτσος).
Οστρακιά (σκαρλατίνα). Έδιναν στον άρρωστο καθάρσιο και βάζανε τα πόδια του σε ζεστό νερό για να ιδρώσει.
Πτώση του στομάχου. Την πτώση του στομάχου την έλεγαν «έρουξε η τσίπα τ’» ή «τα καρδοχούλιαρα τ’».
Εξαρθρώσεις: Τις έλεγαν στραγγούλισμα: εστραγγουλίε ή εξέβε ή εκορδιλιάετο χέριν ατ’ (το ποδάριν ατ’).
Κάταγμα (ποντ. τσάκωμα στουδί).Χτυπήματα από πτώση (ποντ. τόχτωμα).
Αιμορραγίες τραυματικές. Τις αιμορραγίες απότραυματισμούς (ποντ. από γεράδες) τις θεράπευαν ως εξής: έπλεναν καλά την πληγή με λάδι ή με ρακή. Μετά έβαζαν πάνω στην καθαρή πληγή καθαρό πανί βουτηγμένο μέσα σε λάδι ή ρακή. Για το σταμάτημα της αιμορραγίας χρησιμοποιούσαν επίσης κομμένο καπνό, άσπρη πέτρα σε σκόνη και ζάχαρη πάνω στην πληγή.
Για τη θεραπεία από δάγκωμα ιοβόλων φιδιών ήταν πολύ σε χρήση φάρμακο που λέγονταν θερακή ή θεριακή. Αυτό ήταν ζωμός φιδίσιος και το προμηθεύονταν στα φαρμακεία. Το χρησιμοποιούσαν επίσης όταν πάθαιναν τροφική δηλητηρίαση.
Τα παλιά γιατροσόφια ήταν το συνταγολόγιο των προγόνων μας και η μόνηπρακτική ιατρική επί αιώνες ολόκληρους. Τα περισσότερα από αυτά ανάγονται απότα χρόνια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Δεν αποκλείεται όμως να είναι καιπροϊόν προλήψεων της μακροχρόνιας πείρας και των παρατηρήσεων του λαού. Είναι,δηλαδή, ένα είδος πρακτικής ιατρικής. Από της πλευράς αυτής τα γιατροσόφια, πουείναι αξιοπρόσεχτα και για τη γλώσσα τους, θα ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν,εν μέρει τουλάχιστον, και από τη σύγχρονη ιατρική. Επομένως, είναι άξια ναμελετηθούν με κάθε προσοχή.
Από τα περιεργότερα ιατροσόφια του Ιωάννου Σταφίδα, στην Εθνική Βιβλιοθήκη των Παρισίων, αναφέρουμε τα παρακάτω:
«Αν θέλης να αυξήσουν οι οδόντεςτου παιδιού, ποίησον τοιαύτην θεραπείαν, άλειψον, δηλαδή, τα ούλα των οδόντων(με) σκύλας γάλα και εξέρχονται οι οδόντες. –Λαγού μυελόν από του εγκεφάλου άλειψον τα ούλα του παιδιού και εξέρχονται οι οδόντες. –Κατούρημα μικρού παιδιού άλειψον τα ούλα μικτόν με γάλα σκύλας και εξέρχονται οι οδόντες σύντομα.»
Για τον πόνο της καρδιάς: «Τζιτζιφάκουκα και ρύζιν βράσονκαι ας πίνη τον ζωμόν ημέρας τρεις». Για ρευματισμό: «Να αλειφθή μέλιν και να θέση επάνω κύμινον κοπανισμένον και κρισαρισμένον (κοσκινισμένο) και να φουσκώση καλά και υπνώση». Για να μη πέσουν τρίχες κεφαλιού ποτέ:«Πολυτρίχιν βράσον με το κρασίν και πλύνον καλά την κεφαλήν. –Αν θέλης να μη μεθύσης, ας τρώγης νήστις το γουλί της κράμβης (αγριολάχανο, παραπούλι) ή αμύγδαλα πικρά πέντε. Για πόνο και βήχα: «Αψινθίαν πήγαινον, ξυλοκέρατα βράσον ομού μετά ύδατος και πότισον τρεις πρωίας και ας τρώγη και το ήγλιμα.Εάν τον δείρη ήλιος πολλά και πονεί την κεφαλήν, έπαρον κοχλίας και τσάκισέ τους και το κρέας αυτών μίξτον με τον λίβανον και το τριμμένο και οξείδι και θέσε το εις το μέτωπον με το πανί. Το κρέας δε του κοχλίου κοπάνισέ το καλά πρώτον είτα σμίξε το με το άλας. Για όσους πάσχουν από αϋπνία:Αμπελόφυλλα, καλαμόφυλλα και της ιτέας τα φύλλα βράσον και άντλιε τους πόδας και τας χείρας μέχρις αγκώνος και κοιμήσου…….»
Τι πιστεύει η σημερινή ιατρική επιστήμη για μερικά από αυτά.
Το ψιλοκομμένο κρεμμύδι μέσα σε κρασί καθαρίζει τα νεφρά καλύτερα από κάθε φάρμακο, γιατί το κρεμμύδι περιέχει νιτρικό κάλι. Το σκόρδο, που στα παλιά χρόνια (τα μεσαιωνικά) το χρησιμοποιούσαν εναντίον της πανώλους και της χολέρας, σήμερα θεωρείται άριστο θεραπευτικό κατά της αρτηριακής πίεσης του αίματος και κατά της γρίπης. Η αγκινάρα είναι λαμπρό αντιδιαβητικό φάρμακο και κατά της ασθενείας του ήπατος.Το ίδιο και το καρότο. Η ντομάτα κάνει το αίμα των αρθριτικών αλκαλικό και εξουδετερώνει τα οξέα, που παράγονται άφθονα στους αρθριτικούς οργανισμούς. Τα άγρια σπαράγγια και οι βρύες είναι άριστο διουρητικό για όσους δεν έχουν γερά νεφρά. Τους άλλους τους βλάπτουν. Το σπανάκι είναι άριστο για τους αναιμικούς.Τα κολοκύθια είναι άριστο κατά της ταινίας των εντέρων. Τα λάχανα είναιθαυμάσια διενεργητικά των εντέρων.